Η Αλχημικές και Θεολογικές αναζητήσεις του Isaac Newton
Η Αλχημικές και Θεολογικές αναζητήσεις του Isaac Newton
Ο Ισαάκ Νεύτων (Isaac Newton, 1643–1727) είναι αναμφίβολα μια από τις πλέον επιδραστικές μορφές στην ιστορία της επιστήμης. Οι νόμοι της κίνησης, η καθολική βαρύτητα, η θεμελίωση του απειροστικού λογισμού και οι μελέτες του στο φως και την οπτική έθεσαν τις βάσεις της κλασικής φυσικής. Ωστόσο, πίσω από την εικόνα του «πατέρα της μοντέρνας επιστήμης» κρύβεται ένας άνθρωπος βαθιά εσωτερικός, μυημένος σε παραδοσιακές και εναλλακτικές μορφές γνώσης, που αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ζωής του σε αλχημικές εργασίες, θεολογικές αναζητήσεις και αποκρυφιστικές μελέτες.
Η περίπτωση του Νεύτωνα αποτελεί, έτσι, ένα παράδοξο: πώς ο θεμελιωτής του ορθολογισμού, του ντετερμινισμού και της μαθηματικής προσέγγισης της φύσης υπήρξε ταυτόχρονα υπέρμαχος της εσωτερικής, μυστικής και εναλλακτικής γνωσιολογίας;
Το 1687, ο Νεύτων εκδίδει το περίφημο έργο του Philosophiæ Naturalis Principia Mathematica, όπου παρουσιάζει τους τρεις νόμους της κίνησης και τη θεωρία της παγκόσμιας έλξης. Το έργο αυτό σηματοδοτεί το απόγειο της επιστημονικής επανάστασης, προσφέροντας μια ενιαία, μαθηματικοποιημένη περιγραφή του φυσικού κόσμου. Σύμφωνα με αυτήν, το σύμπαν λειτουργεί σαν ένα τεράστιο ρολόι: οι κινήσεις των σωμάτων υπακούουν σε καθολικούς νόμους, και όλα μπορούν τουλάχιστον θεωρητικά να προβλεφθούν με ακρίβεια, αν γνωρίζουμε τις αρχικές συνθήκες.
Αυτή η κοσμοαντίληψη αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο του ντετερμινιστικού μοντέλου που κυριάρχησε για περισσότερους από δύο αιώνες. Η γνώση παρουσιάζεται πλέον ως το αποτέλεσμα της εμπειρικής παρατήρησης, του πειράματος και της μαθηματικής λογικής. Ο Νεύτων κατέστησε την επιστήμη ανεξάρτητη από τη θεολογία ή την αποκάλυψη.
Ή τουλάχιστον έτσι πίστεψαν οι μεταγενέστεροι.
Λίγοι γνωρίζουν ότι ο Νεύτων αφιέρωσε περισσότερο χρόνο στις θεολογικές και αλχημικές του μελέτες παρά στην καθαρή φυσική. Στο πέρασμα των αιώνων, μεγάλο μέρος αυτής της «μη επιστημονικής» παραγωγής αποσιωπήθηκε ή θεωρήθηκε παρεκτροπή. Όμως σήμερα, χάρη σε εκτενείς μελέτες και την αποδέσμευση των προσωπικών του χειρογράφων, γνωρίζουμε ότι:
– Έγραψε πάνω από 1 εκατομμύριο λέξεις σε θεολογικά και μυστικιστικά θέματα.
– Ενδιαφερόταν βαθύτατα για την ερμηνεία της Αποκάλυψης, την προφητεία του Δανιήλ και την ακριβή ημερομηνία της Δευτέρας Παρουσίας.
– Είχε επαφή με γνωστικές και ερμητικές ιδέες και πίστευε πως η αρχαία σοφία ήταν κρυμμένη στην αλχημεία.
– Μελετούσε αλχημικά κείμενα, μεταξύ των οποίων και απόκρυφα έργα όπως αυτά του Παράκελσου και του Corpus Hermeticum που αποτελεί μια από τις σημαντικότερες συλλογές εσωτεριστικών κειμένων της ύστερης αρχαιότητας, αποδιδόμενη στον μυθικό Ερμή Τρισμέγιστο.
Ο ίδιος θεωρούσε την αλχημεία όχι ως προεπιστήμη αλλά ως κοσμική και θεϊκή γλώσσα για την κατανόηση της ύλης και του πνεύματος. Αναζητούσε την “αληθινή φιλοσοφία της φύσης”, που δεν διαχωρίζει τον φυσικό από τον πνευματικό κόσμο. Οι μεταστοιχειώσεις των μετάλλων ήταν, για τον Νεύτωνα, συμβολικές πράξεις εσωτερικής μεταμόρφωσης.
Αυτό που διαφοροποιεί τον Νεύτωνα από την αμιγώς εμπειρική παράδοση είναι η πεποίθησή του ότι η γνώση είναι πνευματικό γεγονός. Η αλήθεια δεν προσφέρεται μόνο μέσω αισθήσεων και λογικής, αλλά αποκαλύπτεται σε έναν καθαρό, ηθικά προετοιμασμένο νου. Το «να δεις» τον κόσμο όπως είναι, δεν είναι μόνο θέμα οπτικής είναι θέμα ηθικής και πνευματικής κατάστασης.
Αυτό θυμίζει έντονα τον εσωτερισμό, στον οποίο η κατανόηση των κοσμικών νόμων προϋποθέτει εσωτερική κάθαρση, συγκέντρωση και μυστική προετοιμασία. Το γεγονός ότι ο Νεύτων δεν δημοσίευσε τις αλχημικές του εργασίες ίσως σχετίζεται με αυτή την εσωτερική θεώρηση: τα μυστικά της φύσης δεν είναι για όλους.
Ο όρος “εναλλακτική γνωσιολογία” αναφέρεται σε τρόπους γνώσης που δεν βασίζονται αποκλειστικά στον επιστημονικό εμπειρισμό ή τη λογική, αλλά περιλαμβάνουν τη διαισθητική, αποκαλυπτική ή μυητική πρόσβαση στην αλήθεια. Η στάση του Νεύτωνα απέναντι στη γνώση ήταν υβριδική: από τη μία, εξαιρετικά μαθηματική και ακριβής· από την άλλη, βαθιά εσωτερική και μυστηριακή.
Μέσα από αυτή τη διπλή προσέγγιση, μπορούμε να πούμε ότι ο Νεύτων αποτέλεσε μια γέφυρα ανάμεσα στον μεσαιωνικό μυστικισμό και τη σύγχρονη επιστήμη. Αντιμετώπισε το σύμπαν όχι απλώς ως ένα σύστημα μηχανικών κανόνων, αλλά ως ιερό σχέδιο, κρυμμένο πίσω από σύμβολα, μαθηματικούς κώδικες και θείες αναλογίες.
Για τον Νεύτωνα, το φως το κεντρικό θέμα της οπτικής του θεωρίας ήταν κάτι παραπάνω από φυσικό φαινόμενο: ήταν η θεϊκή παρουσία στον κόσμο. Οι νόμοι της φύσης, για εκείνον, ήταν εκδηλώσεις της βούλησης του Δημιουργού.
Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες πτυχές του έργου του είναι η επιμονή του στη μυστικότητα. Ο Νεύτων απέφευγε συστηματικά τη δημοσιοποίηση των αλχημικών και θεολογικών του σκέψεων. Ήταν επιλεκτικός στις συνεργασίες του, συχνά απομονωμένος, και ορισμένοι βιογράφοι του τον περιγράφουν ως «ερημίτη του Κέιμπριτζ». Θεωρούσε ότι η αληθινή σοφία δεν έπρεπε να εκτεθεί σε κοινή χρήση, γιατί είτε θα παρερμηνευόταν είτε θα γινόταν αντικείμενο κατάχρησης.
Αυτό εντάσσεται στην παράδοση των αποκρυφιστικών σχολών, οι οποίες προέτασσαν την εσωτερική μύηση αντί της εξωτερικής διδασκαλίας.
Στον 20ό και 21ο αιώνα, η μορφή του Νεύτωνα ανακτάται από εναλλακτικούς στοχαστές, που βλέπουν στο έργο του τα πρώτα ίχνη μιας ολιστικής επιστήμης. Από τον Fritjof Capra (με το έργο Το Ταό της Φυσικής) ως τον David Bohm και τις αναζητήσεις της quantum consciousness, η ιδέα ότι η επιστήμη και ο μυστικισμός δεν είναι ασύμβατες, βρίσκει έμπνευση στον Νεύτωνα.
Το γεγονός ότι ένας τόσο θεμελιώδης επιστήμονας συνδύασε με τέτοια ένταση την μαθηματική ακρίβεια με τη θεολογική αναζήτηση, προσφέρει ένα ιστορικό προηγούμενο για την ιδέα ότι η γνώση είναι πολυδιάστατη και ότι η λογική και η διαίσθηση δεν είναι εχθροί, αλλά συνοδοιπόροι.
Ο Ισαάκ Νεύτων, αντίθετα με το μονοδιάστατο πρότυπο του ψυχρού ορθολογιστή, υπήρξε ολιστικός στοχαστής. Η περίπτωσή του μας καλεί να αναθεωρήσουμε τα σύνορα ανάμεσα στο επιστημονικό και το εσωτερικό, στο πειραματικό και το μυητικό. Αν η γνώση είναι και αποκάλυψη, και ανακάλυψη, και παρατήρηση, τότε η φιγούρα του Νεύτωνα στέκεται στο σταυροδρόμι όλων αυτών των δρόμων.
Η «εναλλακτική γνωσιολογία» δεν είναι αντίπαλος της επιστήμης, αλλά συμπλήρωμά της, και ο Νεύτων είναι το ζωντανό παράδειγμα μιας τέτοιας σύνθεσης. Μεταξύ μαθηματικών και προφητειών, μεταξύ πειραμάτων και αλχημείας, οικοδόμησε ένα έργο που εξακολουθεί να μας καλεί όχι μόνο να μετρήσουμε το σύμπαν, αλλά και να το κατανοήσουμε με σοφία.